Η Δύναμη που κρύβει κάθε αθλητής
Σε περίπτωση που δεν το ξέρετε πίσω από κάθε αθλητή κρύβεται μια δύναμη.
Αυτή η δύναμη είναι είτε σωματική, είτε ψυχική, είτε ακόμη και πνευματική. Όλοι οι αθλητές έχουν έρθει στην αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων. Κάποιες φορές αποτυγχάνουν και άλλες επιτυγχάνουν. Και στις δυο περιπτώσεις μερικοί βρίσκουν το κουράγιο να συνεχίσουν και μερικοί τα παρατάνε. Υπάρχει άγχος και ανάμειξη πολλών συναισθημάτων φέρνει θόλωση και έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης όταν έρχονται αντιμέτωποι με αγώνες, με εξετάσεις, θεατές, κριτές αλλά και με των δύο προαναφερόμενων περιπτώσεων. Βλέπουμε έναν αθλητή και λέμε “μπράβο τα κατάφερε” ή “κοίτα αυτός έχασε”. Λάθος. Θα πρέπει να βλέπουμε, να κρίνουμε, και να καταλαβαίνουμε τον κάθε αθλητή ξεχωριστά είτε κερδίζει είτε χάνει. Και οι δύο πλευρές έχουν καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες για να φτάσουν εκεί. Όλα αυτά λοιπόν χτίζονται με τα χρόνια και με την κατάλληλη προετοιμασία των αθλητών και φυσικά με πολύ δουλειά. Όμως υπάρχει ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει όλα τα παραπάνω. ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ.
Εάν ο αθλητής δεν έχει προετοιμαστεί και ψυχικά, όσο καλός και να είναι, δεν πρόκειται να τα καταφέρει. Μια άλλη παράμετρος που δείχνει τη σημασία της ψυχολογικής προετοιμασίας στους αθλητές αφορά τους τραυματισμούς. Ένας αθλητής θα ανταπεξέλθει και ψυχικά από ένα τραυματισμό και θα νικήσει τον φόβο του επανατραυματισμού που όπως ξέρουμε δεν είναι τόσο εύκολο να ξεπεραστεί σε αδύναμους χαρακτήρες και να επιστρέψει στο πρότερο υψηλό επίπεδο επίδοσης.
Η υψηλή αθλητική επίδοση στηρίζεται εξίσου στα φυσικά προσόντα και στις ψυχικές ικανότητες του αθλητή. Τα ψυχικά προσόντα -όπως και τα σωματικά- μπορούν να βελτιωθούν και με τις κατάλληλες επιστημονικές μεθόδους να βοηθήσουν σημαντικά τον αθλητή να αξιοποιήσει αποτελεσματικότερα τις ικανότητες του.
Η επιλογή στόχων, η αντιμετώπιση του στρες πριν από τον αγώνα, η προετοιμασία για την αντιμετώπιση των θεατών, την αντιμετώπιση των αποφάσεων των κριτών ή των διαιτητών, η αντιμετώπιση του αντιπάλου, η ανάπτυξη της αυτορρύθμισης της ψυχικής κατάστασης είναι μόνο λίγα από τα αντικείμενα στα οποία ο ψυχολόγος σε συνεργασία με τον προπονητή μπορεί να συμβάλλει σημαντικά για την επίτευξη καλύτερων αθλητικών επιδόσεων.
Μία από τις σημαντικές ικανότητες του αθλητή είναι η ικανότητα του να αντιμετωπίζει το στρες. Οι απαιτήσεις της καθημερινής προπόνησης και των αγώνων,
καθιστούν την χαλάρωση μία δεξιότητα που κάθε πρωταθλητής πρέπει να διδάσκεται και να εξασκείται σ’ αυτή συχνά. Η σχέση ανάμεσα στην ικανότητα ελέγχου του άγχους και στην βελτίωση των επιδόσεων έχει αποδειχθεί από πολλούς ερευνητές, όπως οι Hardy,Jones & Gould (1996) και οι Lamirand & Rainey (1994).
Το άγχος εκδηλώνεται στον αθλητή, είτε με σωματικά συμπτώματα (ταχυκαρδία, δύσπνοια, κόμπος στον λαιμό, σφίξιμο στο στομάχι), είτε σαν σκέψη (αμφιβολία, φόβος αποτυχίας). Στην μεν πρώτη περίπτωση αντιμετωπίζεται με τεχνικές προοδευτικής χαλάρωσης, ενώ στη δεύτερη με γνωσιακές παρεμβάσεις. Διάφορες έρευνες, όπως του Cox (1994), έδειξαν ότι το ενώ το γνωστικό άγχος παραμένει σταθερά υψηλό αρκετές ημέρες πριν τον αγώνα, το σωματικό αρχίζει να αυξάνεται την ημέρα του αγώνα και κορυφώνεται λίγο πριν την έναρξη.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι το επίπεδο του άγχους ενός αθλητή εξαρτάται τόσο από τις εξωτερικές συνθήκες (κρισιμότητα του αγώνα, προετοιμασία), όσο και από την προσωπικότητα του. Κατά συνέπεια, ίδιες αγωνιστικές συνθήκες μπορεί να προκαλούν ελεγχόμενο άγχος σε έναν αθλητή και υπερβολικό άγχος σε άλλον. Άλλοι ερευνητές όπως ο ΚΙοίη (1990) που μελέτησαν τη σχέση του αγωνιστικού άγχους με μία ομάδα ανεξάρτητων μεταβλητών κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η επίδραση του είναι ισχυρότερη στις αθλήτριες (σε σχέση με τους αθλητές), σε νεαρά άτομα (σε σχέση με μεγαλύτερα σε ηλικία) και στα ομαδικά αθλήματα (σε σχέση με τα ατομικά).
Το σωματικό άγχος μπορεί να αντιμετωπισθεί με μία σειρά τεχνικών χαλάρωσης, όπως η Ασκήσεις Αναπνοής, η Προοδευτική Χαλάρωση και η Βιοανατροφοδότηση.
Η σωστή αναπνοή είναι από τους πιο απλούς τρόπους για να ελέγξει ο αθλητής το άγχος του. Είναι γνωστό, ότι όταν κρατάμε την αναπνοή μας η ένταση των μυών αυξάνεται, ενώ όταν εκπνέουμε συμβαίνει το αντίθετο. Πολλά άτομα δεν έχουν μάθει να αναπνέουν βαθιά, με το διάφραγμα και σε καταστάσεις στρες ο ρυθμός της αναπνοής τους διακόπτεται, με συνέπεια είτε να κρατούν την αναπνοή τους, ή να αναπνέουν βιαστικά και κοφτά. Έτσι, δημιουργούν ένταση και σύσπαση στους μυς και περιορίζουν την απόδοση τους. Η τεχνική που διδάσκουμε για τον έλεγχο της αναπνοής είναι απλή και αποτελεσματική ακόμα και σε περιπτώσεις νευρωσικών διαταραχών, όπως η διαταραχή του Πανικού. Οι οδηγίες που δίνονται για τον έλεγχο της αναπνοής αφορούν τόσο την ορθή εισπνοή, όσο και την εκπνοή.
Το γνωστικό άγχος οφείλεται σε εσφαλμένες αντιλήψεις (γνώσεις) του αθλητή για τον αγώνα. Οι πιο συνηθισμένες εσφαλμένες γνώσεις στον αθλητισμό αφορούν στην υπερβολική σημασία που μπορεί να δίνεται στο αποτέλεσμα του αγώνα, που συχνά φθάνει να ταυτίζεται στο μυαλό του αθλητή με την αυτοαξία του, με συνέπεια να αυξάνει υπέρμετρα το άγχος του για τον αγώνα. Άλλη πηγή εσφαλμένων γνώσεων αποτελεί η
διάσταση που παίρνει στο μυαλό, ειδικά του νέου αθλητή, το αποτέλεσμα της ήττας με συνέπεια οι ενέργειες του να υστερούν σε δημιουργικότητα λόγω του υπερβολικού φόβου που δημιουργούνται από ένα πιθανό αρνητικό αποτέλεσμα. Σημαντικό ρόλο στην δημιουργία κινήτρων διαδραματίζει ο καθορισμός ρεαλιστικών στόχων επίδοσης που θα αναπροσαρμόζονται σταδιακά, ώστε να αντλεί ο αθλητής τμηματικά ικανοποίηση από τις επιδόσεις του. Η αντιμετώπιση αυτών των εσφαλμένων αντιλήψεων δεν είναι πάντοτε απλή και απαιτεί συζήτηση με ψυχολόγο στις περιπτώσεις που αφορά σε υποσυνείδητα σχήματα που αφορούν στην εν γένει προσωπικότητα του αθλητή.
Τα θέματα στα οποία αναφερθήκαμε αποτελούν μία μόνο πτυχή των θεμάτων της αθλητικής ψυχολογίας. Ο παρών χώρος δεν επιτρέπει ούτε την ανάπτυξη των τεχνικών με την δέουσα λεπτομέρεια, ούτε την αναφορά σε άλλα ενδιαφέροντα αντικείμενα, όπως είναι η ψυχολογία των αθλητικών τραυματισμών, η ανάπτυξη κινήτρων, η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης, η ανάπτυξη της αυτοσυγκέντρωσης ή το Σύνδρομο της υπερπροπόνησης. Αποτελούν, όμως σημείο αναφοράς για να ξεκινήσει ο αθλητής και ο προπονητής την αναζήτηση των τεχνικών που θα τον οδηγήσουν στο επόμενο επίπεδο.